Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε αναφερθεί στο λεγόμενο «ξυράφι του Όκαμ» . Όπως είχαμε πει, το χρησιμοποιούμε σαν ένα «εργαλείο δουλειάς» , σαν έναν τρόπο αντιμετώπισης κι ανάλυσης των δεδομένων, σαν μια μέθοδο για να διακρίνουμε την ανοησία. Για καλύτερη κατανόησή του «εργαλείου» παραθέτουμε ένα πολύ ενδιαφέρον απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκολας Φιρν «Ο Ζήνωνας και η χελώνα. Πώς να σκέφτεστε σαν φιλόσοφοι» .
Αντικρίζοντας δύο φιλόσοφους που συζητούν ένα πολύπλοκο φιλοσοφικό πρόβλημα, ένας ακροατής μπορεί να απορεί προς τι όλη αυτή η φασαρία. Τσως να αναρωτηθεί γιατί δεν μπορούν να συμφωνήσουν ότι η απλουστερη εξήγηση είναι η καλύτερη και μετά να καταπιαστούν με αυτή. Αυτή η αντίληψη θα υιοθετούνταν όντως και από τους περισσότερους φιλόσοφους. Η αρχή που είναι γνωστή σαν το ξυράφι του Όκαμ πήρε το όνομά της από τον Ουίλιαμ του Όκαμ, τον μεσαιωνικό καλόγερο που τη χειρίστηκε με τόσο ενθουσιασμό. Ο Όκαμ είναι πασίγνωστος για τη συμβουλή του ότι οι οντότητες δεν θα έπρεπε να πολλαπλασιάζονται πέρα από το αναγκαίο σημείο. Μια διατύπωση του ξυραφιού με την οποία θα μπορούσε να συμφωνήσει ένας σύγχρονος επιστήμονας -για να μην αναφερθούμε σε κάποιο άτομο με κοινή λογική- θα ήταν η εξής: Όπου δύο ανταγωνιστικές θεωρίες μπορούν να εξηγήσουν ένα δεδομένο φαινόμενο, η απλούστερη είναι αυτή που προτιμάται.
Ο Όκαμ γεννήθηκε ίο 1285 είτε στο χωριό Όκαμ του Σόρεϊ είτε σε ένα ομώνυμο χωριό του Γιόρκσαϊρ. Αίγα είναι γνωστά για τα νεανικά του χρόνια, αλλά μετά τη μαθητεία του σε τάγμα των Φραγκισκανών, παρακολούθησε μαθήματα θεολογίας στην Οξφόρδη. Τα αμφιλεγόμενα σχόλιά του στις Γνώμες του Πέτρου του Λομβαρδού -το τυπικό θεολογικό εγχειρίδιο της εποχής- γρήγορα θεωρήθηκαν προσβλητικά από το οξφορδιανό διδακτικό προσωπικό της θεολογίας. Ενώ ο Άγιος Αυγουστίνος της Ιππώνας {354-430 μ.Χ.) θεωρούσε τα Χριστιανικά Μυστήρια απλώς ορατά σημάδια της αόρατης Θείας Χάρης, ο Λομβαρδός τα προήγαγε σε πραγματικούς σκοπούς της θείας εύνοιας. Ο «Οκαμ, παίρνοντας το μέρος του Αυγουστίνου, δεν αποδεχόταν ότι ο Θεός απαιτούσε τη συμμετοχή των θνητών προκειμένου να επιβάλει τη βούλησή Του. Αφού αποκηρύχθηκε σαν αιρετικός, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το πανεπιστήμιο χωρίς να πάρει το πτυχίο του. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι, όπου και πάλι οι απόψεις του προκάλεσαν την εναντίωση και προειδοποιήθηκε επισήμως από τις διδακτικές Αρχές. «Εχοντας κηλιδωθεί ως αντιρρησίας, κλητεύτηκε από τον πάπα Ιωάννη τον 12ο στην Αβινιόν, όπου ο πάπας τον φυλάκισε σε ένα μοναστήρι επί τέσσερα χρόνια. Ακόμη και εκεί ο Όκαμ συνέχισε να προκαλεί αντιπαραθέσεις, υποστηρίζοντας ότι οι Φραγκισκανοί θα έπρεπε να αποκηρύξουν τα εγκόσμια αγαθά. Το 1328, ο Όκαμ πήγε στο Μόναχο με δύο άλλα μέλη του τάγματός του. Γι’ αυτή την πράξη ανυπακοής ο πάπας Ιωάννης τον αφόρισε. Στο Μόναχο ο Όκαμ έζησε υπό την προστασία του εξίσου απείθαρχου αυτοκράτορα Λουδοβίκου του 4ου, στον οποίο υποτίθεται ότι είχε προτείνει το εξής: «Θα με υπερασπίσεις με το ξίφος και θα σε υπερασπίσω με την πείνα». Μπλέχτηκε ακόμη περισσότερο στην εκκλησιαστική πολιτική και υπεράσπισε με θέρμη το σκοπό του αυτοκράτορα στον αγώνα εξουσίας του με τον παπισμό. Πριν υποκυψει τελικά, το 1349, πιθανώς στη Μαύρη Πανούκλα, ο «Οκαμ βρήκε χρόνο να αναλύσει τα έδικτα του Ιωάννη του 12ου σε βάθος και -αναμφίβολα με μεγάλη ικανοποίηση- να τον καταγγείλει σαν αιρετικό και ψευδοπάπα.
Ομολογουμένως, ο ‘Οκαμ εισηγήθηκε την πιο φημισμένη θεωρία του για λόγους άσχετους με την απλούστευση: Δηλαδή ότι τα πλάσματα και τα αντικείμενα δεν κατέχουν ουσίες (οντολογικά γνωρίσματα) που υπάρχουν ανεξάρτητα. Η επικρατούσα άποψη της εποχής (πλατωνικής προέλευσης) ήταν ότι εκτός του Φίντο, του Ρόβερ και των όλων των άλλων σκύλων, υπήρχε επίσης ένα αντικείμενο -«Σκύλος»-που βάσει της εικόνας του ήταν δημιουργημένα όλα τα άλλα σκυλιά στις διάφορες μορφές και μεγέθη τους. Εάν ένας σκύλος δεν μπορεί να βρεθεί ο αυτή τη γη δεν έχει καμιά σημασία, διότι ο «Σκύλος», μαζί με όλες τις ουσίες, κατοικοεδρεύει στο νου του Δημιουργού, όπου ευτυχισμένος κυνηγάει «Γάτες» και μασάει «Κόκαλα». Άνευ αυτών των αυτόνομων ουσιών, βεβαίως, οδηγούμαστε σε μια απλούστερη εικόνα του σύμπαντος, αλλά η αληθινή ανησυχία του Όκαμ ήταν ότι αυτές έθεταν όρια στη δημιουργική ελευθερία του Θεού. Ο Θεός, υποστήριζε, δεν εργάστηκε με προϋπάρχουσες ιδέες όταν δημιούργησε τον κόσμο, αλλά τον διαμόρφωσε καταπώς ήθελε. Ωστόσο, μερικές ομάδες αντικειμενών μπορεί να μοιάζουν μεταξύ τους με διάφορους τρόπους και αυτό επιτρέπει στους ανθρώπους να σχηματίζουν καθολικές έννοιες όπως «Άνθρωπος», «Γάτα» «Βελανιδιά». Σ’ αυτό το σημείο εισέρχεται το ξυράφι, διότι μπορούμε να μιλούμε για τέτοιες γενικές έννοιες χωρίς να αναφερόμαστε στις «ιδέες που υπάρχουν στο νου του Δημιουργού». Ο Όκαμ πίστευε ότι οι γενικοί όροι είναι σύμβολα που αντιπροσωπεύουν μια «πρόθεση» του νου να ομαδοποιήσει μερικά συνηθισμένα αντικείμενα. Εφόσον δεν υπάρχει χρεία να επικαλεστούμε ένα επιπλέον αντικείμενο -δηλαδή την ουσία της «βελανιδιάς» στην οποία να αναφέρεται ο όρος- στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αυτό το αντικείμενο. Αυτή η άποψη, γνωστή ως «ονοματοκρατία» (νομιναλισμός), υπήρξε το μεγαλύτερο θεωρητικό επίτευγμα του Όκαμ στο οποίο χρησιμοποιείται η αρχή του ξυραφιού. Δυστυχώς, ο Όκαμ δεν σταμάτησε σε αυτό το σημείο. Χρησιμοποίησε επίσης την αρχή του του ξυραφιού για να καταστήσει περιττή την ύπαρξη της κίνησης – η οποία, όπως πίστευε, μπορεί να περιγράφει καταλλήλως με την επανεμφάνιση ενός πράγματος σε ένα διαφορετικό τόπο. Με αυτή την έννοια τουλάχιστον, ο Όκαμ μπορεί να μην έχει συντελέσει στην καλύτερη διαφήμιση της αρχής του.
Στην καθαρότερη μορφή του, το ξυράφι είναι μια μέθοδος εργασίας παρά μια βαθιά αντίληψη περί της φύσης του κόσμου. Ως τέτοια δεν μπορεί να αναιρεθεί εάν σε κάποια περίπτωση η απλούστερη εξήγηση αποδειχθεί εσφαλμένη. Εφόσον υπάρχει ένας άπειρος αριθμός δυνατών υποθέσεων που μπορεί να εξηγήσει ένα σύνολο γεγονότων, αν μη τι άλλο, εξοικονομούμε χρόνο εάν δοκιμάσουμε κατ’ αρχάς την απλούστερη υπόθεση. Όταν, για παράδειγμα, κάποιος αρνείται συνεχώς τις προτάσεις σας για ραντεβού θα μπορούσαν να συμβαίνουν τα εξής: Είτε ότι ήταν πολύ απασχολημένος τους περασμένους έξι μήνες είτε ότι είναι πολύ νευρικός για να δεχτεί ή το ότι εσείς δεν έχετε προτείνει έναν κατάλληλο τόπο. Ωστόσο, η απλούστερη εξήγηση -και η πιο φυσιολογική σας δεδομένες περιστάσεις- είναι να συμπεράνετε ότι αυτό το πρόσωπο δεν σας κάνει κέφι. Μέχρι να εκφράσει τα αντίθετα συναισθήματα, αυτή η θέση είναι η πλέον συνιστώμενη, εάν θέλετε να διασώσετε τη ζωηρότητά σας.
Υπάρχει και μια ακόμη, πιο αμφιλεγόμενη, εφαρμογή που καθιστά το ξυράφι του Όκαμ κάτι περισσότερο από μια εμπειρική μέθοδο. Όπως το έθεσε ο φιλόσοφος Λούντβιχ Βιτγκενστάιν «Μια ρόδα που γυρίζει, εάν τίποτε δεν γυρίζει μαζί της, δεν είναι μέρος του μηχανισμού». Με άλλα λόγια, όταν κάτι δεν είναι αναγκαίο για την κατανόηση μιας δεδομένης διαδικασίας, μπορεί να υπάρξει ο ισχυρισμός ότι δεν παίζει ρόλο σ’ αυτή. Επί παραδείγματα οι συμπεριφοριστές φιλόσοφοι υποστηρίζουν ότι τα λόγια και οι πράξεις μας μπορούν να εξηγηθούν χωρίς να αναφερθούμε στις ψυχολογικές εμπειρίες της σκόπευσης, της επιθυμίας και των συναισθημάτων. Χωρίς την αναφορά σε αυτές τις οντότητες η ερμηνεία της ανθρώπινης δράσης καθίσταται πολύ απλούστερη, έτσι, με μια ιδιαίτερα ανελέητη χρήση του ξυραφιού του Όκαμ, οι συμπεριφοριστές τις εξαφανίζουν. Το αποτέλεσμα είναι να κατηγορούνται για «προσποιητή αναισθησία» – δηλαδή για τη δραστική άρνηση της ύπαρξης συνείδησης. Ενώ οι πιο επιθετικοί συμπεριφοριστές θα αποδέχονταν υπερήφανα την κατηγορία, οι μετριοπαθέστεροι υποστηρίζουν ότι η συνείδηση («ότι και να σημαίνει») δεν παίζει κανένα ρόλο στην ερμηνεία της συμπεριφοράς μας. Με αυτό τον τρόπο, το ξυράφι δεν είναι υποχρεωτικά εργαλείο για την απόρριψη των οντοτήτων που έχουν πολλαπλασιαστεί χωρίς λόγο, αλλά απλώς μια λεπίδα που κόβει και διαχωρίζει οντότητες, έτσι ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν στη θέση που τους ανήκει. Επί παραδείγματι, οι δαρβινιστές πιστεύουν ότι η εξέλιξη παρέχει εξηγήσεις για την ύπαρξή μας και ότι το να αναφερόμαστε στην επιρροή του Θεού είναι σαν να εισάγουμε μια πλεονάζουσα οντότητα. Επίσης διαμαρτύρονται ότι ο σκοπός τους δεν είναι να απορρίψουν την ύπαρξη του Θεού. Θεωρούν ότι, αν και ο Θεός μπορεί να υπάρχει, δεν έπαιξε άμεσο ρόλο στη δημιουργία της ανθρώπινης φυλής. Αυτή η εκτόπιση μπορεί ή και δεν μπορεί να εξευμενίσει τους θρησκευόμενους. Όπως πάντα όταν χρησιμοποιείται το ξυράφι, δεν υπάρχει εγγύηση ότι η νέα θέση μιας οντότητας δεν θα είναι απεχθής στους ενθουσκόδεις οπαδούς της προηγούμενης θέσης, όπως θα ήταν επίσης και η πλήρης απόρριψή της.
Πρέπει κανείς να προνοεί και να χρησιμοποιεί το ξυράφι του Όκαμ μόνο για να αφαιρεί τα περιττά στοιχεία μιας ερμηνευτικής θεωρίας – δηλαδή εκείνα που δεν προσφέρουν χρήσιμο έργο στην εξήγηση των φαινομένων. Δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται για την καταρράκωση των ίδιων των φαινομένων (η παραβίαση αυτού του κανόνα θα καθιστούσε όντως πιο εύκολο το έργο ενός θεωρητικού). Ακόμη και οι πιο ακραίοι συμπεριφοριστές δεν ενοχοποιούνται γι’ αυτή τη χρήση, για να πούμε την αλήθεια δεν έχουν ψαλιδίσει την ίδια μας τη συμπεριφορά. Ωστόσο, έχουν απλοποιήσει τη θεωρία τους εις βάρος ενός άλλου φαινομένου που αξίζει μελέτης – της υποκειμενικής φύσης των νοητικών καταστάσεων όπως είναι το να φαντάζεσαι ή να αισθάνεσαι πόνο. Οι νοητικές καταστάσεις που αρνούνται απαιτούν εξηγήσεις, ακόμη και αν δεν παίζουν μόλο στη συμπεριφορά. Η απώλεια τους είναι ένα πολύ υψηλό τίμημα που πληρώνουμε για χάρη της απλούστευσης.
Θα έπρεπε να σημειώσουμε ότι η αρχή του Όκαμ περιέχει μια υπονοούμενη υπο-ρήτρα: «Όλων των άλλων ίσων». Η απλούστερη εξήγηση προτιμάται από μια πιο περίπλοκη μόνο εάν οι εξηγητικές δυνάμεις είναι κατά τα άλλα ισοδύναμες. Εάν μια πιο περίπλοκη θεωρία μπορεί να εξηγήσει τα πράγματα πολύ καλύτερα από μια απλούστερη, θα έπρεπε να προτιμήσουμε την περίπλοκη. Ο ίδιος ο Όκαμ δεν τοποθετούσε την απλούστευση υπεράνω όλων, απλώς πίστευε ότι μας παραχωρούσε έδαφος για να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο εξίσου κατάλληλες εξηγήσεις. Προς απογοήτευση των ιστορικων της πολυθρόνας, ο Όκαμ ποτέ δεν χρησιμοποίησε το ξυράφι του για να λύσει ένα διαβόητο αλλά απόκρυφο σχολαστικό γρίφο: Το ερώτημα πόσοι άγγελοι μπορούν να χορέψουν στην κεφαλή μιας καρφίτσας. Χρησιμοποιώντας το ξυράφι, η απλούστερη απάντηση βεβαίως — και συνεπώς η «σωστή»- δεν είναι παρά ένας και μοναδικός άγγελος.
Γιώργος Γιώτης – antichainletter – antikleidi.com – ellinikahoaxes.gr