Μια από τις πιο διαδεδομένες θεωρίες συνωμοσίας για τα εμβόλια κατά της COVID-19, είναι ο ισχυρισμός πως περιέχουν την ουσία λουσιφεράση.
Παραδείγματα:
Τι ισχύει
Η λουσιφεράση είναι ένα ένζυμο που μπορεί να παράξει φως (Βιοφωταύγεια), δηλαδή το φαινόμενο παραγωγής και έκλυσης ορατού φωτός από ζωντανούς οργανισμούς. Η διαδικασία αυτή επιτυγχάνεται μέσω χημικών αντιδράσεων και παρατηρείται σε πληθώρα διαφορετικών οργανισμών όπως βακτήρια, φύκη, μύκητες, ψάρια και έντομα, όπως η πυγολαμπίδα.
Η παραγωγή του φωτός γίνεται σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις μέσω οξείδωσης μιας ομάδας χημικών ουσιών που ονομάζονται λουσιφερίνες ή λουσιφεράσες.
Οι δύο αυτές λέξεις ετυμολογικά προέρχονται από τη Λατινική λέξη lucifer ή στα ελληνικά εωσφόρος (ἕως, αττικός τύπος του ἠώς (αυγή) + φέρω) και σημαίνει αυτός που φέρνει την αυγή (το φως). Η λέξη Lucifer συμπτωματικά περιγράφει επίσης τον Εωσφόρο, τον έκπτωτο άγγελο που αντιπροσωπεύει τον διάβολο στο Χριστιανισμό. Η λουσιφεράση και η λουσιφερίνη χρησιμοποιούνται συνδυαστικά στα πρώιμα στάδια της ανάπτυξης νέων εμβολίων και φαρμάκων στο εργαστήριο. Ωστόσο τελικά καμία από τις παραπάνω ουσίες δεν βρίσκεται στο τελικό προϊόν, δηλαδή στα εμβόλια της COVID-19 (Πηγή: Α. Δημητρακόπουλος MD, PhD – pathologia.eu).
Αν και η λουσιφεράση δεν βρίσκεται στα εμβόλια, το ένζυμο έχει χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες έρευνες για την COVID-19, καθώς η ικανότητά του να εκπέμπει φως μπορεί να βοηθήσει τους επιστήμονες να παρακολουθούν οπτικά πώς οι ιοί και τα εμβόλια επηρεάζουν τα κύτταρα.
Συνεπώς, οι λουσιφεράσες είναι ένζυμα που παράγουν φως και η πιο κοινή λουσιφεράση προέρχεται από την πυγολαμπίδα. Χρησιμοποιούνται σε ιατρικές έρευνες, αλλά δεν υπάρχουν στα εμβόλια.