ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ: Οι ΗΠΑ ανάγκασαν τη Ρωσία να εισβάλει στην Ουκρανία.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ο ισχυρισμός ότι οι ΗΠΑ προκάλεσαν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι αβάσιμος και αποτελεί μέρος μιας φιλορωσικής αφήγησης που δεν ευσταθεί υπό το πρίσμα των ιστορικών γεγονότων και των διεθνών συνθηκών.
Δεν υπήρξε δέσμευση μη επέκτασης του ΝΑΤΟ. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς, δεν υπήρξε καμία δεσμευτική συμφωνία που να απαγορεύει τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά. Οι χώρες που εντάχθηκαν το έκαναν κυρίαρχα και με τη θέλησή τους.
Η ίδια η Ρωσία είχε εγγυηθεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας μέσω του Μνημονίου της Βουδαπέστης και άλλων συμφωνιών, τις οποίες παραβίασε με την προσάρτηση της Κριμαίας (2014) και την εισβολή (2022).
Το Euromaidan δεν ήταν πραξικόπημα. Παρά τις προσπάθειες να παρουσιαστεί ως αμερικανική συνωμοσία, η ανατροπή του Γιανουκόβιτς ήταν αποτέλεσμα μαζικών λαϊκών διαδηλώσεων ενάντια στη διαφθορά και στην απόφαση του να απορρίψει τη συμφωνία με την ΕΕ υπέρ της Ρωσίας.
Η αφήγηση ότι η Μόσχα δεν είχε επιθετικές προθέσεις δεν ευσταθεί, καθώς είχε ήδη προσαρτήσει την Κριμαία το 2014 και στήριζε τους αυτονομιστές στο Ντονμπάς, ενώ οι δηλώσεις του Πούτιν περί «ιστορικής Ρωσίας» δείχνουν διαφορετικά κίνητρα.
Το αντιπυραυλικό σύστημα AEGIS δεν αποτελεί απειλή: Οι βάσεις σε Πολωνία και Ρουμανία σχεδιάστηκαν για την αντιμετώπιση απειλών από τη Μέση Ανατολή, και όχι για επιθετικές ενέργειες κατά της Ρωσίας.
Οι Συμφωνίες του Μινσκ δεν τηρήθηκαν από τη Ρωσία: Η Μόσχα τις παραβίασε επανειλημμένα, συνεχίζοντας να υποστηρίζει στρατιωτικά τους αυτονομιστές.
Συμπερασματικά, η ρωσική εισβολή ήταν επιλογή της Μόσχας, που εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική επιρροής στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Η απόπειρα μετατόπισης της ευθύνης στις ΗΠΑ αποτελεί μέρος μιας προπαγανδιστικής αφήγησης που παραβλέπει τα γεγονότα.
Ο ισχυρισμός προβλήθηκε σε βίντεο του Κύπριου Ευρωβουλευτή Φειδία Παναγιώτου που επικαλείται τον Jeffrey Sachs για να προβάλει τον ισχυρισμό πως οι Ηνωμένες Πολιτείες ανάγκασαν τη Ρωσία να εισβάλει στην Ουκρανία.
Οι ισχυρισμοί του Jeffrey Sachs στερούνται θεματικού περιεχομένου, για παράδειγμα, ελλειπή ιστορικά στοιχεία και μπορούν να παραπλανήσουν τον ακροατή.
Ο Jeffrey Sachs (Τζέφρι Σακς) είναι ένας Αμερικανός οικονομολόγος, ακαδημαϊκός και συγγραφέας, γνωστός για την εργασία του στην οικονομική ανάπτυξη, τη μείωση της φτώχειας και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Έχει διατελέσει διευθυντής του Earth Institute στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και είναι Καθηγητής Βιώσιμης Ανάπτυξης στο ίδιο πανεπιστήμιο. Τα τελευταία χρόνια, ο Sachs έχει επικριθεί για τις απόψεις του σχετικά με γεωπολιτικά ζητήματα, όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Έχει υιοθετήσει θέσεις που θεωρούνται φιλικές προς τη Ρωσία και έχει προωθήσει αφηγήματα που βρίσκονται κοντά στη ρωσική προπαγάνδα, προκαλώντας αντιδράσεις στη διεθνή κοινότητα. Ο Sachs έχει μετατοπιστεί τα τελευταία χρόνια από την παραδοσιακή οικονομική του ανάλυση σε μια φιλορωσική αφήγηση για τον πόλεμο στην Ουκρανία, κάτι που έχει πλήξει την αξιοπιστία του. Στην προκειμένη περίπτωση, υποστηρίζει πως οι ΗΠΑ φέρουν την ευθύνη για την εισβολή, καθώς η επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά προκάλεσε τη ρωσική αντίδραση.
Μιλώντας στον Φειδία Παναγιώτου μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο, ο Sachs επικαλέστηκε κάποια ιστορικά γεγονότα για να δικαιολογήσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, έγινε για να κρατήσει το NATO και τις ΗΠΑ μακριά από τα σύνορα της Ρωσίας.
- Αρχικά, έκανε αναφορά στις διαβεβαιώσεις των ΗΠΑ και της Δύσης γενικότερα για μη επέκταση του NATO προς τα ανατολικά. Όπως αναφέρει, αυτές οι διαβεβαιώσεις δόθηκαν το 1991, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.
- Κάνει αναφορά σε απόφαση επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον το 1994 για την επέκταση του ΝΑΤΟ.
- Κάνει αναφορά για την τοποθέτηση “πυραυλικών συστημάτων AEGIS” στην Πολωνία το 2010 και μετά στη Ρουμανία.
- Μιλάει για την εκλογή του “ουδέτερου” Βίκτωρ Γιανουκόβιτς ως πρόεδρος της Ουκρανία το 2010.
- Συνεχίζει λέγοντας πως η Ρωσία δεν είχε επεκτατικές βλέψεις εναντίον της Ουκρανίας και το μόνο που ζητούσε ήταν την ενοικίαση για 25 χρόνια της ναυτικής βάσης στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας.
- Αναφέρθηκε επίσης στο Euromaidan, μια επανάσταση που έλαβε χώρα το 2013-2014, την ανατροπή του Γιανουκόβιτς που έγινε με τη βοήθεια των ΗΠΑ.
- Επικαλείται την τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ της Βικτώρια Νούλαντ και του τότε Αμερικανού πρέσβη στην Ουκρανία, Τζέφρι Πάιατ ως την “καλύτερη απόδειξη” για την αμερικανική εμπλοκή.
- Κατόπιν, αναφέρεται στις Συμφωνίες του Μινσκ (ειδικά την Μινσκ ΙΙ), που θα παρείχε αυτονομία στο Ντονμπάς και δεν έγινε σεβαστή από την Ουκρανία και τις ΗΠΑ.
- Τέλος, αναφέρεται στην επιθυμία των ΗΠΑ να τοποθετήσουν πυραύλους στην Ουκρανία το 2021-2022. Καταλήγει πως ο σκοπός της εισβολής ήταν να επιβάλλει καθεστώς ουδετερότητας στην Ουκρανία.
Οι αιτιάσεις του Sachs είναι υπεραπλουστευμένες και στερούνται περιεχομένου. Για αυτό το λόγο πρέπει να εξετάσουμε κάθε ισχυρισμό ξεχωριστά.
- Οι διαβεβαιώσεις των ΗΠΑ και της Δύσης γενικότερα για μη επέκταση του NATO προς τα ανατολικά
Η υποτιθέμενη παραβίαση της δέσμευσης της Δύσης για μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ έχει από καιρό θεωρηθεί βασικό στοιχείο στην αφήγηση του Πούτιν κατά της Συμμαχίας, αλλά εσχάτως και κατά της Ουκρανίας. Συγκεκριμένα, τα δυο πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπου αναφέρθηκε στην υποτιθέμενη παραβίαση, έγιναν στην ομιλία του τον Φεβρουάριο του 2007 στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου, και σε ομιλία του στις 18 Μαρτίου 2014, στην οποία προσπάθησε να δικαιολογήσει την κατάληψη της Κριμαίας.
Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989, η διαιρεμένη Γερμανία και οι τέσσερις δυνάμεις που την είχαν καταλάβει κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο συζήτησαν εάν η χώρα έπρεπε να επανενωθεί. Η συνθήκη που υπέγραψαν το 1990 (Συνθήκη για την Τελική Ρύθμιση όσον αφορά τη Γερμανία, γνωστή και ως “Συνθήκη Δύο συν Τέσσερεις”) επέκτεινε το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Γερμανία, η οποία είχε αποδοθεί στη Σοβιετική Ένωση, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Για να κατευνάσει τους Σοβιετικούς, παραχώρησε επίσης στην περιοχή ένα «ειδικό στρατιωτικό καθεστώς» που απέκλειε τη στάθμευση ξένων δυνάμεων του ΝΑΤΟ εκεί.
Η Συνθήκη υπογράφτηκε μεταξύ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και των τεσσάρων συμμαχικών δυνάμεων που κατέλαβαν τη Γερμανία κατά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Δε συμπεριλήφθηκε στη Συνθήκη αναφορά στο θέμα της επέκτασης του ΝΑΤΟ. Στις συζητήσεις που οδήγησαν στη Συνθήκη, οι Σοβιετικοί δεν έθεσαν ποτέ το ζήτημα της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, παρά μόνο σε σχέση με την πρώην Ανατολική Γερμανία. Σχετικά με αυτό το έδαφος, συμφωνήθηκε ότι μετά την απόσυρση των σοβιετικών στρατευμάτων, οι γερμανικές δυνάμεις υπό το ΝΑΤΟ θα μπορούσαν να αναπτυχθούν εκεί, αλλά οι ξένες δυνάμεις του ΝΑΤΟ και τα συστήματα πυρηνικών όπλων δε θα μπορούσαν. Δεν υπήρξε καμία δέσμευση για αποχή στο μέλλον από τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ.
Η Συνθήκη και συγκεκριμένα το άρθρο 5, δεν έλεγε τίποτα για τη δυνατότητα ή μη του ΝΑΤΟ να επεκταθεί ανατολικά, μια διαδικασία που ξεκίνησε με την ένταξη της Πολωνίας, της Τσεχίας και της Ουγγαρίας ως μέλη το 1999. Οι μεταγενέστερες συμφωνίες, όπως η Ιδρυτική Πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας το 1997, που θεωρείται θεμέλιος λίθος των σχέσεων των δυο πλευρών, δεν έκαναν επίσης καμία αναφορά σε απαγόρευση επέκτασης προς τα ανατολικά. Η Ιδρυτική Πράξη υπογράφτηκε στη σύνοδο κορυφής της Μαδρίτης το 1997 παράλληλα με τις προσκλήσεις διεύρυνσης προς άλλες χώρες, που ήταν στο παρελθόν στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ. Δεδομένου ότι η δεύτερη επίσημη συμφωνία της εποχής, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ, επιβεβαιώνει ότι το “ΝΑΤΟ και η Ρωσία δε βλέπουν ο ένας τον άλλον ως αντίπαλο”, και ότι ο μετασχηματισμός του ΝΑΤΟ είναι “μια διαδικασία που θα συνεχιστεί”, καθιστά σαφές ότι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, δε θεωρήθηκε ζήτημα πρωτογενούς ασφάλειας για τη Ρωσία.
Η πιο σημαντική “διαβεβαίωση” έγινε κατά τη διάρκεια της συνάντησης στις 9 Φεβρουαρίου 1990 μεταξύ του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ και του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, όπου παρόν ήταν και ο Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών, Έντουαρντ Σεβαρνταντζε. Αφού εξήγησε γιατί οι ΗΠΑ ήθελαν η ενιαία Γερμανία να είναι στο ΝΑΤΟ, ο Μπέικερ είπε στον Γκορμπατσόφ ότι «αν διατηρήσουμε παρουσία σε μια Γερμανία που είναι μέρος του ΝΑΤΟ, δε θα υπήρχε επέκταση της δικαιοδοσίας των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, ούτε μια ίντσα στα ανατολικά».
«Έθεσα την ακόλουθη ερώτηση στον (Γκορμπατσόφ)», είπε ο Μπέικερ σε επιστολή του προς τον Γερμανό Καγκελάριο Χέλμουτ Κολ. «Θα προτιμούσατε να δείτε μια ενωμένη Γερμανία εκτός ΝΑΤΟ, ανεξάρτητη και χωρίς δυνάμεις των ΗΠΑ, ή θα προτιμούσατε μια ενωμένη Γερμανία να είναι συνδεδεμένη με το ΝΑΤΟ, με διαβεβαιώσεις ότι η δικαιοδοσία του ΝΑΤΟ δε θα μετατοπιστεί μια ίντσα προς τα ανατολικά από τη σημερινή της θέση;»
Αυτά τα σχόλια (που έγιναν πριν την κατάρρευση της ΕΣΣΔ), μαζί με παρόμοιες παρατηρήσεις από τους Ευρωπαίους συμμάχους του Μπέικερ, όπως ο Γκένσερ και ο Χέλμουτ Κολ, ήταν μέρος αυτού που οι ερευνητές στο Αρχείο Εθνικής Ασφάλειας του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσιγκτον αποκαλούσαν «καταιγισμό διαβεβαιώσεων» που προσφέρθηκε στους Σοβιετικούς. Ο Γκένσερ θα δηλώσει σε μεταγενέστερο χρόνο: “Αυτό (σ.σ.: η επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς) δεν ήταν ποτέ το θέμα των διαπραγματεύσεων και σίγουρα δεν αποτελεί αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης.”
To NATO, την εποχή εκείνη (1990-91), επίσης δε δεσμεύτηκε έναντι των χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, για το ενδεχόμενο μελλοντικής ένταξή τους στη Συμμαχία. Αυτό προκύπτει από μια σειρά τοποθετήσεων που έγιναν από αξιωματούχους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, σύμφωνα με τις οποίες, το ζήτημα αυτό δεν ήταν στην ατζέντα.
Τον Απρίλιο του 2009, μιλώντας στην Bild, ο Γκορμπατσόφ εξέφρασε την οργή του για την επέκταση του ΝΑΤΟ, κάνοντας λόγο για αθέτηση υποσχέσεων. Το 2014 όμως, είπε πως το ζήτημα της επέκτασης του ΝΑΤΟ δεν τέθηκε ποτέ. «Το λέω με πλήρη ευθύνη», ανέφερε χαρακτηριστικά. Κατόπιν, πρόσθεσε ότι η τελική επέκταση ήταν «παραβίαση του πνεύματος των δηλώσεων και των διαβεβαιώσεων που μας έγιναν το 1990». Πρόσθεσε επίσης πως όταν το θέμα επανήλθε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, «Η Ρωσία στην αρχή δεν είχε αντίρρηση».
Η επίσημη θέση του ΝΑΤΟ, έχει ως εξής:
«Τέτοια συμφωνία δεν έγινε ποτέ. Η πόρτα του ΝΑΤΟ ήταν ανοιχτή σε νέα μέλη από την ίδρυσή του το 1949 και αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Αυτή η «Πολιτική Ανοιχτών Θυρών» κατοχυρώνεται στο Άρθρο 10 της ιδρυτικής συνθήκης του ΝΑΤΟ, το οποίο λέει ότι «κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος που είναι σε θέση να προωθήσει τις αρχές αυτής της Συνθήκης και να συμβάλει στην ασφάλεια του Βόρειου Ατλαντικού» μπορεί να υποβάλει αίτηση για ένταξη. Οι αποφάσεις για την ένταξη λαμβάνονται με συναίνεση μεταξύ όλων των Συμμάχων. Καμία συνθήκη που υπογράφηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και τη Ρωσία δεν περιελάμβανε διατάξεις για την ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα του Λευκού Οίκου αποκαλύπτουν επίσης ότι, το 1997, ο Μπιλ Κλίντον αρνήθηκε σθεναρά την προσφορά του Μπόρις Γέλτσιν για μια «συμφωνία κυρίων» που θα προέβλεπε ότι καμία πρώην Σοβιετική Δημοκρατία δε θα έμπαινε στο ΝΑΤΟ: «Δεν μπορώ να αναλάβω δεσμεύσεις για λογαριασμό του ΝΑΤΟ και δεν είμαι σε θέση να ασκήσω βέτο στην επέκταση του ΝΑΤΟ σε σχέση με οποιαδήποτε χώρα, πολύ λιγότερο να αφήσω εσάς ή οποιονδήποτε άλλο να το πράξει… Το ΝΑΤΟ λειτουργεί με συναίνεση».
2. Ο Μπιλ Κλίντον το 1994 για την επέκταση του ΝΑΤΟ
Ο τότε πρόεδρος της Ρωσίας Μπόρις Γέλτσιν, έγραψε σε μια επιστολή το Σεπτεμβρίου του 1993 στον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον: «Οποιαδήποτε πιθανή ενσωμάτωση χωρών της Ανατολικής Ευρώπης στο ΝΑΤΟ δε θα οδηγήσει αυτόματα τη συμμαχία να στραφεί κατά κάποιο τρόπο εναντίον της Ρωσίας». Ο Γέλτσιν εξέφρασε την ανησυχία του για μια τέτοια εξέλιξη, επικαλούμενος τα λεγόμενα του Μπέικερ, ωστόσο διευκρίνισε πως οι πρώην χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας, έχουν το κυριαρχικό δικαίωμα να χαράξουν όπως επιθυμούν την αμυντική τους πορεία, συμπεριλαμβανομένης της επιλογής τους να ενταχθούν σε οποιαδήποτε πολιτικο-στρατιωτική συμμαχία. Δεν απέκλεισε επίσης την πιθανή ένταξη της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, αν και είπε πως κάτι τέτοιο είναι σε θεωρητικό επίπεδο. Άξιο αναφοράς είναι ένα ακόμη σημείο της επιστολής, όπου ο Γέλτσιν λέει πως ενώ δεν εκλαμβάνει το ΝΑΤΟ ως απειλή για τη Ρωσία, ωστόσο, τόνισε πως πρέπει να ληφθεί υπόψιν η αντίδραση της κοινής γνώμης, της αντιπολίτευσης και των μετριοπαθών κύκλων στη χώρα του.
Ο Κλίντον επέλεξε να αναπτύξει μια νέα πρωτοβουλία του ΝΑΤΟ που ονομάστηκε Έναρξη της Σύμπραξης για την Ειρήνη (PFP), η οποία θα ήταν ανοικτή τόσο για πρώην χώρες-μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας, καθώς και για άλλες μη ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή η πρόταση παρουσιάστηκε στον Γέλτσιν, που την έκανε αμέσως αποδεκτή. Το ΝΑΤΟ εκκίνησε την PFP στην ετήσια διάσκεψη κορυφής τον Ιανουάριο του 1994 και περισσότερες από 20 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας και της Ουκρανίας, προσχώρησαν τους επόμενους μήνες. Μέχρι το 1996, ο Κλίντον υποστήριζε ανοιχτά τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, και το 1999 η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχία έγιναν μέλη. Ο Κλίντον δεν δεσμεύτηκε ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί. Αντίθετα, η κυβέρνησή του προετοίμαζε τη διεύρυνση, ενώ προσπαθούσε παράλληλα να διαχειριστεί τις αντιδράσεις της Ρωσίας.
Το 2002, μετά την απόφαση ένταξη των χωρών της Βαλτικής στο ΝΑΤΟ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώ εξέφρασε σκεπτικισμό για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, επέμεινε ότι δε συνιστά “καμία τραγωδία”. Ο Πούτιν συνέχισε να αντιδρά στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, ειδικά μετά την επιστροφή του στην προεδρία το 2012, ταυτόχρονα με τη ριζοσπαστικοποίηση των εσωτερικών πολιτικών του.
Όπως έχει επισημάνει το Council on Foreign Relations, η ρωσική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον Πούτιν, συνέχισε να είναι επιφυλακτική με την επέκταση του ΝΑΤΟ κατά τη δεκαετία του 2000. Ο Πούτιν εξέφρασε αμφιβολίες ότι η Συμμαχία, η οποία ενισχύθηκε το 2004, θα ήταν αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των προκλήσεων ασφάλειας εκείνης της εποχής, συμπεριλαμβανομένης της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας και της σύγκρουσης στο Αφγανιστάν. Πολλά νέα μέλη ωστόσο, ιδιαίτερα οι χώρες της Βαλτικής, είδαν την ένταξη στο ΝΑΤΟ ως ασπίδα εναντίον της Μόσχας.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Πούτιν εξέφρασε ακόμη πιο έντονα τη δυσαρέσκειά του για την επέκταση του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη. Σε ομιλία του στο Μόναχο το 2007, σημείωσε ότι “Είναι προφανές ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ δεν έχει σχέση με τον εκσυγχρονισμό της Συμμαχίας ή με την εγγύηση της ασφάλειας στην Ευρώπη. Αντίθετα, αντιπροσωπεύει μια σοβαρή πρόκληση που μειώνει το επίπεδο της αμοιβαίας εμπιστοσύνης.”
3. Ο “ουδέτερος” Βίκτωρ Γιανουκόβιτς και το Euromaidan
Το 2004, ο πρωθυπουργός Βίκτορ Γιανουκόβιτς, του φιλορωσικού Κόμματος των Περιφερειών, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές. Λίγο αργότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ουκρανίας αποφάσισε πως υπήρξε εκτεταμένη νοθεία, κάτι που επιβεβαίωσαν οι εκθέσεις διαφόρων εγχώριων και ξένων παρατηρητών. Τα αποτελέσματα προκάλεσαν δημόσια κατακραυγή, με την κοινή γνώμη να υποστηρίζει τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης, Βίκτορ Γιούσενκο. Ακολούθησαν μαζικές διαδηλώσεις, που έμειναν στην ιστορία ως η “Πορτοκαλί Επανάσταση”, που διήρκησε από τα τέλη Νοέμβριου 2004 ως τον Ιανουάριο του 2005. Κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, ο Γιούσενκο ξαφνικά αρρώστησε βαριά, και κατόπιν πολλαπλών εξετάσεων, βρέθηκε ότι είχε δηλητηριαστεί με διοξίνη TCDD. Ο Γιουσένκο κατηγόρησε τις μυστικές υπηρεσίες της Ουκρανίας για την απόπειρα της δολοφονίας του, ενώ έκανε λόγο και για ρωσική συμμετοχή στη δηλητηρίασή του. Ακολούθησαν εκλογές, που έφεραν τον Γιουσένκο στην εξουσία ως πρόεδρο και τη Γιούλια Τιμοσένκο ως προσωρινή πρωθυπουργό.
Ο Γιανουκόβιτς επέστρεψε στην εξουσία το 2006 ως πρωθυπουργός στη Συμμαχία Εθνικής Ενότητας, υπό τον Γιουσένκο, έως τις πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2007, που επανέφεραν την Τιμοσένκο στην πρωθυπουργία. Κατά τη θητεία του Γιουτσένκο, οι σχέσεις με τη Ρωσία βρέθηκαν σε κρίση, εξαιτίας των προσπαθειών του για βελτίωση των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Γιανουκόβιτς εξελέγη εκ νέου πρόεδρος το 2010, αν και οριακά. Το 2013, ο Βίκτορ Γιανουκόβιτς ανέστειλε τη Συμφωνία Σύνδεσης Ουκρανίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιλέγοντας αντί αυτής, την προσέγγιση με τη Ρωσία.
Ο Βίκτορ Γιανουκόβιτς, ήταν φιλορώσος πρόεδρος της Ουκρανίας από το 2010 έως το 2014 και όπως προαναφέρθηκε, ανατράπηκε κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων του Euromaidan, αφού απέρριψε τη Συμφωνία Σύνδεσης με την ΕΕ υπέρ στενότερων δεσμών με τη Ρωσία. Η προεδρία του χαρακτηρίστηκε από διαφθορά, αυταρχικές τάσεις και καταστολή διαδηλωτών, που οδήγησαν σε αιματηρές συγκρούσεις στο Κίεβο. Καθώς έχανε την υποστήριξη, διέφυγε στη Ρωσία τον Φεβρουάριο του 2014, και το κοινοβούλιο της Ουκρανίας τον καθαίρεσε. Η απομάκρυνσή του ακολουθήθηκε από την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. Το 2019, ουκρανικό δικαστήριο τον καταδίκασε ερήμην για εσχάτη προδοσία, καθώς είχε ζητήσει ρωσική στρατιωτική επέμβαση. Παραμένει εξόριστος στη Ρωσία, εμφανιζόμενος περιστασιακά σε φιλοκυβερνητικά ρωσικά μέσα.
Ακολούθησε το 2014, ο πόλεμος στο Ντονμπάς και η στήριξη των “αυτονομιστών” της ανατολικής Ουκρανία, στον απόηχο της ουκρανικής επανάστασης του 2014 και του κινήματος Euromaidan λίγους μήνες πριν. Μετά από αυτά τα γεγονότα, ακολούθησε η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Η επανάσταση του Euromaidan, σχημάτισε το υπόβαθρο για την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, τον Μάρτιο του 2014 και τον πόλεμο στο Ντονμπάς τον επόμενο μήνα, με τους “αυτονομιστές” να λαμβάνουν γενναία ρωσική υποστήριξη.
Η επανάσταση του Euromaidan (Ευρωπλατεία) κλιμακώθηκε σε βίαιες συγκρούσεις διαδηλωτών και αστυνομίας, με αποτέλεσμα εκατοντάδες θανάτους. Στις 21 Φεβρουαρίου 2014, ο Γιανουκόβιτς εγκαταλείπει την Ουκρανία και βρίσκει καταφύγιο στη Ρωσία. Ο Αλεξάντερ Τουρτσίνοφ, θα αναλάβει τα καθήκοντα του υπηρεσιακού προέδρου της Ουκρανίας, μέχρι τις 7 Ιουνίου 2014. Είχαν προηγηθεί εκλογές στις 25 Μαϊου, τις οποίες κέρδισε ο Πέτρο Ποροσένκο. Ο Παροσένκο ανέλαβε τα καθήκοντά του, στις 7 Ιουνίου 2014 και παρέμεινε σε αυτή τη θέση έως το 2019.
Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, που ξεκίνησε το 2014, με τα γεγονότα στην Κριμαία και στο Ντονμπάς, κορυφώθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2018, όταν τρία σκάφη του Ουκρανικού Ναυτικού, δυο κανονιοφόροι και ένα ρυμουλκό, αιχμαλωτίστηκαν πλησίον των Στενών του Κερτς, με την κύρια δικαιολογία να είναι η παραβίαση των “χωρικών υδάτων της Ρωσίας”. Οι ρωσικές αρχές, για να εμποδίσουν τη διέλευση των ουκρανικών σκαφών, τοποθέτησαν ένα μεγάλο εμπορικό πλοίο κάτω από τη γέφυρα των στενών του Κερτς, μπλοκάροντας την είσοδο στην Αζοφική Θάλασσα. Τα ουκρανικά σκάφη αγκυροβόλησαν ανοικτά των στενών και οκτώ ώρες μετά, ξεκίνησαν το ταξίδι της επιστροφής προς την Οδέσσα. Αφού καταδιώχτηκαν και δέχτηκαν πυρά από τη ρωσική Ακτοφυλακή, αιχμαλωτίστηκαν, μαζί με τα πληρώματά τους, σε διεθνή ύδατα, ανοικτά της Κριμαίας. Ακολούθησε διεθνής καταδίκη της ρωσικής επιθετικότητας και τα τρία πλοία, επεστράφησαν στην Ουκρανία, στις 18 Νοεμβρίου 2019. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που Ουκρανία και Ρωσία, ενεπλάκησαν σε απευθείας σε ανταλλαγή πυρών, στη μέχρι τότε αντιπαράθεση των δυο χωρών.
Το 2019, εκλέχθηκε στην εξουσία ο Βολοντιμίρ Ζελένσκι, ένθερμος υποστηρικτής του Euromaidan, που από πρώτη στιγμή δεν έκρυψε πως φιλοδοξούσε να εντάξει της Ουκρανία στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Σε μια συνέντευξη τον Δεκέμβριο του 2018, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι ως Πρόεδρος θα επιχειρήσει να βάλει τέλος στον πόλεμο στο Ντονμπάς μέσω διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία, ενώ χαρακτήρισε τους ηγέτες του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ, ως μαριονέτες του Κρεμλίνου. Δεν έκρυψε πως θα προσπαθήσει να επανεντάξει τις αποσχισθείσες περιοχές στην Ουκρανία, ενώ, όσον αφορά την Κριμαία, αυτή μπορεί να επιστραφεί μόνο αν αλλάξει το καθεστώς στη Ρωσία.
4. Τα “πυραυλικά συστήματα” AEGIS σε Πολωνία και Ρουμανία
Πρόκειται για συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας (και όχι κρούσης) AEGIS Ashore σε Πολωνία και Ρουμανία που αποτελούν μέρος της αντιπυραυλικής ασπίδας του ΝΑΤΟ, που σχεδιάστηκε κυρίως για την αντιμετώπιση απειλών από βαλλιστικούς πυραύλους εκτός της ευρωατλαντικής περιοχής, με ιδιαίτερη έμφαση στο Ιράν. Ωστόσο, η Ρωσία αντιτίθεται έντονα σε αυτές τις εγκαταστάσεις, θεωρώντας ότι απειλούν τη στρατηγική της ασφάλεια. Στην πραγματικότητα, μπορούν να εκτοξεύσουν πυραύλους SM-3 (Standard Missile-3), που είναι σχεδιασμένοι για αντιβαλλιστική άμυνα εναντίον πυραύλων μέσου βεληνεκούς και όχι διηπειρωτικών (ICBM). Δεν πρόκειται δηλαδή για επιθετικό όπλο.
Με την ολοκλήρωση και της εγκατάστασης της Πολωνίας, δομείται αυτό που οι ΗΠΑ μέσω ΝΑΤΟ, είχαν αναγγείλει ως πρόγραμμα “European Phased Adaptive Approach” (EPAA), από την εποχή Ομπάμα, το 2009. Δηλαδή μια σύνθεση στοιχείων αεράμυνας, σε ξηρά και θάλασσα, η οποία θα προστατεύει τον ευρωπαϊκό χώρο από βαλλιστικές επιθέσεις. Το δίκτυο αποτελείται από τα δύο πλήρη Αegis Ashore σε Πολωνία και Ρουμανία, ένα ραντάρ μεγάλης εμβελείας (AN/TPY-2) στο Κουρετσίκ, στην Τουρκία, ένα κέντρο διοίκησης στην Γερμανία, και στάθμευση 4 αμερικανικών αντιτορπιλικών Arleigh Burke στην Ρότα στην Ισπανία, τα οποία θα συνεισφέρουν με τους δικούς τους πυραύλους, ως δεύτερη γραμμή άμυνας.
5. Συμφωνίες του Μινσκ (2014-2015)
Οι συμφωνίες Μινσκ Ι και ΙΙ αποτέλεσαν διπλωματικές προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου στο Ντονμπάς, όπου φιλορώσοι αυτονομιστές πολεμούσαν τις ουκρανικές δυνάμεις μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Η πρώτη συμφωνία, που υπογράφηκε τον Σεπτέμβριο του 2014, κατέρρευσε γρήγορα. Η δεύτερη, που επιτεύχθηκε τον Φεβρουάριο του 2015 με τη διαμεσολάβηση της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ρωσίας και της Ουκρανίας (με υποστήριξη αλλά όχι άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ), στόχευε σε κατάπαυση του πυρός, αποκέντρωση εξουσιών στο Ντονμπάς και αποκατάσταση του ουκρανικού ελέγχου στα σύνορα με τη Ρωσία, υπό την προϋπόθεση εκλογών και συνταγματικών μεταρρυθμίσεων.
Καμία πλευρά δεν τήρησε πλήρως τη Συμφωνία του Μινσκ ΙΙ. Η Ουκρανία αρνήθηκε να παραχωρήσει αυτονομία στο Ντονμπάς χωρίς πρώτα να ανακτήσει τον έλεγχο των συνόρων, φοβούμενη ότι κάτι τέτοιο θα νομιμοποιούσε τους αυτονομιστές. Από την άλλη, η Ρωσία και οι αυτονομιστές αρνήθηκαν να επιστρέψουν τον έλεγχο των συνόρων πριν από την εφαρμογή των πολιτικών μεταρρυθμίσεων και παραβίασαν επανειλημμένα την εκεχειρία με πάνω από 20.000 παραβιάσεις που καταγράφηκαν από τον ΟΑΣΕ έως το 2021. Επιπλέον, η Ρωσία συνέχισε να εξοπλίζει τους αυτονομιστές, με στοιχεία που αποδεικνύουν τη μεταφορά στρατευμάτων και εξοπλισμού παρά τις ρωσικές διαψεύσεις.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος στις συμφωνίες του Μινσκ, αλλά υποστήριξαν τη θέση της Ουκρανίας, παρέχοντας αρχικά μη φονική βοήθεια (όπως ραντάρ) το 2015 και αργότερα όπλα (π.χ. αντιαρματικούς πυραύλους Javelin) από το 2017 υπό τη διακυβέρνηση Τραμπ. Η Ρωσία, από την πλευρά της, κατηγόρησε τη Δύση ότι υπονόμευσε τις συμφωνίες, εξοπλίζοντας το Κίεβο και μη ασκώντας πίεση για την εφαρμογή πολιτικών μεταρρυθμίσεων. Στην ομιλία του στις 21 Φεβρουαρίου 2022, ο Πούτιν ισχυρίστηκε ότι η αποτυχία της Ουκρανίας να τηρήσει το Μινσκ δικαιολογούσε την αναγνώριση του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ ως ανεξάρτητων, ανοίγοντας τον δρόμο για την εισβολή.
6. H τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ της Βικτόρια Νούλαντν(Victoria Nuland), τότε Βοηθού Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ για την Ευρώπη, και του (Τζέφρι Πάιατ) Geoffrey Pyatt, τότε Πρέσβη των ΗΠΑ στην Ουκρανία
Η τηλεφωνική κλήση, που φαίνεται να υποκλάπηκε από ρωσικές υπηρεσίες, αφορά τις πολιτικές εξελίξεις στην Ουκρανία κατά τη διάρκεια των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στο Μαϊντάν και πριν από την ανατροπή του φιλορώσου Προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Έγινε γνωστή λίγες ημέρες πριν ο Γιανουκόβιτς εγκαταλείψει την Ουκρανία για να καταφύγει στη Ρωσία, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Συζήτηση για τη σύνθεση της νέας ουκρανικής κυβέρνησης: Οι Νούλαντ και Πάιατ μιλούσαν για τους υποψήφιους που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε μια νέα κυβέρνηση, με την υποστήριξη των ΗΠΑ. Η Νούλαντ ανέφερε ότι ο Αρσένι Γιατσένιουκ (Arseniy Yatsenyuk) ήταν ο κατάλληλος για να γίνει Πρωθυπουργός, υποβαθμίζοντας τον ρόλο του Κλίτσκο και του Τιαχνιμπόκ, άλλων αντιπολιτευόμενων ηγετών.
Η φράση “F* the EU”: Η Νούλαντ εξέφρασε δυσαρέσκεια για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ουκρανική κρίση, λέγοντας “F* the EU” (Γ*** την ΕΕ). Αυτή η φράση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και διπλωματική αναστάτωση, καθώς φαινόταν να δείχνει περιφρόνηση προς την ΕΕ από τις ΗΠΑ. Η συνομιλία θεωρήθηκε ως απόδειξη ότι οι ΗΠΑ είχαν ενεργό ρόλο στην ανατροπή του Γιανουκόβιτς, γεγονός που η Ρωσία χρησιμοποίησε για να υποστηρίξει ότι η Δύση είχε οργανώσει πραξικόπημα στην Ουκρανία. Οι ΗΠΑ δεν διέψευσαν τη γνησιότητα της συνομιλίας, αλλά η Νούλαντ απολογήθηκε για τη φράση της σχετικά με την ΕΕ.
Η συνομιλία Νούλαντ-Πάιατ αποδεικνύει ότι Αμερικανοί αξιωματούχοι επιδίωξαν να επηρεάσουν τη μετα-Γιανουκόβιτς κυβέρνηση της Ουκρανίας, εκμεταλλευόμενοι το χάος του Euromaidan για να προωθήσουν φιλοδυτικές προσωπικότητες, όπως ο Γιατσενιούκ. Ωστόσο, δεν αποτελεί απόδειξη ότι οι ΗΠΑ οργάνωσαν την ανατροπή του Γιανουκόβιτς. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη, ούτε στη συνομιλία ούτε αλλού, ότι οι ΗΠΑ ξεκίνησαν, χρηματοδότησαν ή καθοδήγησαν τις διαδηλώσεις που ανέτρεψαν τον Γιανουκόβιτς. Ήταν ένα ουκρανικό κίνημα, βασισμένο σε εσωτερικές δυσαρέσκειες. Η συνομιλία αντανακλά ευκαιριακή παρέμβαση, όχι σχεδιασμό πραξικοπήματος. Συνεπώς, δεν αποτελεί απόδειξη πραξικοπήματος από τις ΗΠΑ. Ο ισχυρισμός υπερβάλλει τη σημασία της καταγραφής και διαστρεβλώνει την προέλευση της εξέγερσης.
7. “Το μόνο που ζητούσε ήταν την ενοικίαση για 25 χρόνια της ναυτικής βάσης στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας“
Μετά την ανεξαρτησία της Ουκρανίας το 1991, η Ρωσία επιδίωξε να διατηρήσει τη στρατηγική ναυτική της βάση στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας, οδηγώντας σε διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία, η οποία είχε κληρονομήσει την περιοχή. Μετά από τεταμένες συνομιλίες στις αρχές της δεκαετίας του 1990 για τη διανομή του σοβιετικού στόλου, η Ρωσία μίσθωσε επίσημα τη Σεβαστούπολη βάσει της Συνθήκης Διαμερισμού του 1997, για 20 χρόνια έως το 2017, καταβάλλοντας 97,75 εκατομμύρια δολάρια ετησίως (εν μέρει μέσω διαγραφής χρέους). Η συμφωνία αυτή συνοδεύτηκε από τη Συνθήκη Φιλίας, όπου η Ρωσία αναγνώριζε τα σύνορα της Ουκρανίας.
Το 2010, υπό τον φιλορώσο πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς, το Σύμφωνο του Χάρκοβο επέκτεινε τη μίσθωση έως το 2042, με αντάλλαγμα έκπτωση 30% στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου. Ωστόσο, η συμφωνία προκάλεσε εσωτερική κατακραυγή στην Ουκρανία λόγω ανησυχιών για την κυριαρχία της χώρας.
Αυτές οι συμφωνίες, αποτέλεσμα των επίμονων ρωσικών αιτημάτων, παρέμειναν σε ισχύ έως το 2014, όταν, μετά την εξέγερση του Euromaidan και την ανατροπή του Γιανουκόβιτς, η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία, ακυρώνοντας μονομερώς τη μίσθωση και ισχυριζόμενη ότι η Σεβαστούπολη της ανήκε πλέον, παραβιάζοντας τις προηγούμενες συνθήκες αλλά τερματίζοντας κάθε ανάγκη διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία. Συνεπώς, η Ρωσία δεν περιορίστηκε απλώς στο να ζητήσει τη μίσθωση, αλλά την εξασφάλισε και την επέκτεινε μέσω επίσημων συμφωνιών, πριν τελικά καταφύγει στην προσάρτηση. Η ακύρωση των προηγούμενων συνθηκών υπογράφτηκε από τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
8. Αμερικανικοί πύραυλοι στην Ουκρανία;
Στα τέλη του 2021, η Ρωσία κατηγόρησε το ΝΑΤΟ ότι σχεδίαζε να αναπτύξει πυραύλους στην Ουκρανία. Αυτός ο ισχυρισμός δεν υποστηριζόταν από καμία πολιτική του ΝΑΤΟ ή δήλωση των ΗΠΑ. Αξιωματούχοι των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ δήλωσαν επανειλημμένα ότι η Ουκρανία δεν εξεταζόταν για την ανάπτυξη πυραυλικών συστημάτων. Το αίτημα του Πούτιν, τον Δεκέμβριο του 2021, για μια νομικά δεσμευτική συμφωνία που θα απαγόρευε στο ΝΑΤΟ να αναπτύξει όπλα στην Ουκρανία απορρίφθηκε, καθώς το ΝΑΤΟ διατηρεί την πολιτική των “ανοιχτών θυρών” για κυρίαρχες χώρες. Ο ισχυρισμός ότι οι ΗΠΑ σχεδίαζαν να εγκαταστήσουν πυραύλους στην Ουκρανία είναι ρωσικό προπαγανδιστικό αφήγημα, όχι πραγματικότητα. Οι ΗΠΑ έχουν προμηθεύσει την Ουκρανία με πυραυλικά συστήματα, κυρίως το Army Tactical Missile System (ATACMS) μικρού βεληνεκούς, το οποίο χρησιμοποιείται από ουκρανικά στρατεύματα για να πλήξει ρωσικές στρατιωτικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένων στόχων εντός ρωσικού εδάφους, μετά τη ρωσική εισβολή.
Οι εγγυήσεις της Ρωσίας για την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας
Η Ρωσία έχει εγγυηθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε, την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας μέσω διαφόρων σημαντικών συμφωνιών. Στο Μνημόνιο της Βουδαπέστης, η Ρωσία, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο, δεσμεύτηκε να σεβαστεί τα σύνορα και την κυριαρχία της Ουκρανίας, με αντάλλαγμα την αποποίηση του πυρηνικού της οπλοστασίου. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ουκρανία κληρονόμησε μεγάλο αριθμό πυρηνικών όπλων. Η Συνθήκη Φιλίας, Συνεργασίας και Εταιρικής Σχέσης (1997), επιβεβαίωσε το απαραβίαστο των συνόρων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αναγνωρίζοντας την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Οι Συμφωνίες του Μινσκ (2014 & 2015), είχαν στόχο τον τερματισμό των εχθροπραξιών στην Ανατολική Ουκρανία, με τη Ρωσία να δεσμεύεται να σεβαστεί την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Παρά τις δεσμεύσεις της, η Ρωσία παραβίασε όλες αυτές τις συμφωνίες με την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και την ευρύτερη εισβολή στην Ουκρανία το 2022.
Συμπεράσματα
Ο ισχυρισμός ότι οι ΗΠΑ προκάλεσαν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι αβάσιμος και αποτελεί μέρος μιας φιλορωσικής αφήγησης που δεν ευσταθεί υπό το πρίσμα των ιστορικών γεγονότων και των διεθνών συνθηκών.
Δεν υπήρξε δέσμευση μη επέκτασης του ΝΑΤΟ. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς, δεν υπήρξε καμία δεσμευτική συμφωνία που να απαγορεύει τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά. Οι χώρες που εντάχθηκαν το έκαναν κυρίαρχα και με τη θέλησή τους.
Η ίδια η Ρωσία είχε εγγυηθεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας μέσω του Μνημονίου της Βουδαπέστης και άλλων συμφωνιών, τις οποίες παραβίασε με την προσάρτηση της Κριμαίας (2014) και την εισβολή (2022).
Το Euromaidan δεν ήταν πραξικόπημα. Παρά τις προσπάθειες να παρουσιαστεί ως αμερικανική συνωμοσία, η ανατροπή του Γιανουκόβιτς ήταν αποτέλεσμα μαζικών λαϊκών διαδηλώσεων ενάντια στη διαφθορά και στην απόφαση του να απορρίψει τη συμφωνία με την ΕΕ υπέρ της Ρωσίας.
Η αφήγηση ότι η Μόσχα δεν είχε επιθετικές προθέσεις δεν ευσταθεί, καθώς είχε ήδη προσαρτήσει την Κριμαία το 2014 και στήριζε τους αυτονομιστές στο Ντονμπάς, ενώ οι δηλώσεις του Πούτιν περί «ιστορικής Ρωσίας» δείχνουν διαφορετικά κίνητρα.
Το αντιπυραυλικό σύστημα AEGIS δεν αποτελεί απειλή: Οι βάσεις σε Πολωνία και Ρουμανία σχεδιάστηκαν για την αντιμετώπιση απειλών από τη Μέση Ανατολή, και όχι για επιθετικές ενέργειες κατά της Ρωσίας.
Οι Συμφωνίες του Μινσκ δεν τηρήθηκαν από τη Ρωσία: Η Μόσχα τις παραβίασε επανειλημμένα, συνεχίζοντας να υποστηρίζει στρατιωτικά τους αυτονομιστές.
Συμπερασματικά, η ρωσική εισβολή ήταν επιλογή της Μόσχας, που εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική επιρροής στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Η απόπειρα μετατόπισης της ευθύνης στις ΗΠΑ αποτελεί μέρος μιας προπαγανδιστικής αφήγησης που παραβλέπει τα γεγονότα.
Πηγές:
– https://x.com/Fidias0/status/1894691500048396752
– https://www.jeffsachs.org/
– Economics professors condemn Jeffrey Sachs in open letter on Russia-Ukraine warColumbia Spectator
– From economist to Kremlin mouthpiece: The troubling transformation of Jeffrey Sachs – The Hill
– Open letter to Jeffrey Sachs on the Russia-Ukraine wart – news.berkeley.edu
– What Do We Know About Jeffrey Sachs – Myth Detector
– Viktor Yanukovych – Britannica
– NATO (under direction from the United States) is violating previous agreements and expanding eastward – Politifact
– Did NATO ‘betray’ Russia by expanding to the East? – France 24
– Moscow’s account of Nato expansion is a case of false memory syndrome – The Guardian
– Founding Act οn mutual relations, collaboration and security between NATO and the Russian Federation
– Mikhail Gorbachev: I am against all walls – Russia Beyond
– Did The West Promise Moscow That NATO Would Not Expand? Well, It’s Complicated – Radio Free Europe
– Did NATO Promise Not to Enlarge? Gorbachev Says “No” – Brookings
– TWQ: The Myth of a No-NATO-Enlargement Pledge to Russia – Spring 2009 – CSIS
– Treaty on the Final Settlement with Respect to Germany, September 12, 1990
– The Myth of a No-NATO-Enlargement Pledge to Russia, Mark Kramer
– NATO-Russia relations: the facts
– Ukraine: the history behind Russia’s claim that Nato promised not to expand to the east – The Conversation
– U.S. Department of State, unclassified letter from President Yeltsin to President Clinton
– Of Ultimatums and Ukraine – And Why NATO Enlargement Is Not the Problem – Institute Montaigne
– Putin lets Nato ‘recruit’ in Baltic – The Telegraph
– No Such Promise – Foreign Affairs
– NATO’s Eastward Expansion. Is Vladimir Putin Right? – Spiegel
– Why NATO Has Become a Flash Point With Russia in Ukraine – Council on Foreign Relation
– Missile Threat – CSIS Missile Defense Project – Aegis Ashore
– Missile Threat – CSIS Missile Defense Project – Standard Missile-3 (SM-3)
– https://www.nato.int/cps/en/natohq/news_227649.htm
– Ukraine Sentences Ex-President Yanukovych In Absentia To 13 Years In Prison – RFE/RL
– US and Polish officials open missile defense site that Russia has long protested – Associated Press
– Russia’s Dictated Non-Peace for Ukraine in 2014-2022. Why the Minsk Agreements Were Doomed from the Start and What Lessons They Teach – SCEEUS
– Ukraine crisis: Leaders agree peace roadmap – BBC
– What are the Minsk agreements on the Ukraine conflict? – Reuters
– Leaked diplomatic phone conversation generates outrage over U.S. meddling in Ukraine – PBS
– The Not-So-Secret Ukraine Phone Call – The Nation
– Brussels, Kyiv, Moscow React To Leaked Nuland Phone Call – RFE/RL
– In recording of U.S. diplomat, blunt talk on Ukraine – The Washington Post
– The crisis in Ukraine, as told by leaked phone calls – The Washington Post
– Bound by treaty: Russia, Ukraine and Crimea – DW
– Russia and Ukraine agree on gas, naval base – Euractiv
– Putin tears up lease for Sevastopol naval base – Financial Times
– The Breach: Ukraine’s Territorial Integrity and the Budapest Memorandum – Mariana Budjeryn
– Treaty on Friendship, Cooperation and Partnership between Ukraine and the Russian Federation – treaties.un.org
– Ukraine, Russia, and the Minsk agreements: A post-mortem – ECFR
– What Are ATACMS, the U.S. Missiles That Officials Say Ukraine Fired Into Russia? – The New York Times
– MGM-140 Army Tactical Missile System (ATACMS) – Missile Threat – CSIS Missile Defense Project